Ισμαήλ Κανταρέ: Η λογοτεχνία ως εργαλείο ελευθερίας

0
37

 

 

Οι λέξεις αντιστέκονται  στον ολοκληρωτισμό

 

Επιμέλεια Book Bar

 

Ο διακεκριμένος Αλβανός συγγραφέας Ισμαήλ Κανταρέ πέθανε σε ηλικία 88 ετών αφήνοντας πίσω του ένα μνημειώδες έργο το οποίο οικοδόμησε, χρησιμοποιώντας τις λέξεις  ως εργαλείο ελευθερίας.

Ο Κανταρέ, ο οποίος  αντιστάθηκε στο κομμουνιστικό καθεστώς του Εμβέρ Χότζα, μιας από τις χειρότερες δικτατορίες του 20ου αιώνα  υπέστη έμφραγμα, σύμφωνα με το νοσοκομείο των Τιράνων.

Ο Ισμαήλ Κανταρέ γεννήθηκε στο Αργυρόκαστρο στις 28 Ιανουαρίου 1936. Γιός ταχυδρομικού υπαλλήλου, σπούδασε φιλολογία στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου των Τιράνων και στο Ινστιτούτο Λογοτεχνίας Γκόρκι στη Μόσχα. Έχει γράψει ποιήματα, δοκίμια, αλλά κυρίως μυθιστορήματα, τα οποία έχουν μεταφραστεί σε περισσότερες από δεκαπέντε γλώσσες σε όλο τον κόσμο. Το 2005 τιμήθηκε με το βραβείο Man Booker International για το σύνολο του έργου του, το 2009 με το Νόμπελ των ισπανόφωνων Principe de Asturias de las Letras, ενώ την ίδια χρονιά έλαβε και το βραβείο Balkanika για το μυθιστόρημά του «Η αποκλεισμένη».

Εθνογράφος και μυθιστοριογράφος, ο Κανταρέ, άλλοτε με σαρκασμό και άλλοτε χρησιμοποιώντας το γκροτέσκο και το επικό, εξερεύνησε τους μύθους και την ιστορία της χώρας του, για να αποκαλύψει τους μηχανισμούς ενός παγκόσμιου κακού, του ολοκληρωτισμού.

«Η κομμουνιστική κόλαση, όπως και κάθε άλλη κόλαση, είναι ασφυκτική», είχε δηλώσει ο Κανταρέ στο Γαλλικό Πρακτορείο σε μια από τις τελευταίες συνεντεύξεις του, τον Οκτώβριο, λίγο πριν τιμηθεί με το παράσημο του Μέγα Αξιωματικού της Λεγεώνας της Τιμής από τον Γάλλο πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν.

«Αλλά στη λογοτεχνία, αυτό μεταμορφώνεται σε δύναμη ζωής, μια δύναμη που σε βοηθά να επιβιώσεις, να νικήσεις τη δικτατορία κατά μέτωπο».

Στα ελληνικά έχουν μεταφραστεί τα βιβλία του: «Το γεφύρι με τις τρεις κάμαρες», «Το λυκόφως των θεών της στέπας», «Το χρονικό της πέτρινης πόλης», «Ο στρατηγός της στρατιάς των νεκρών» και «Το ατύχημα». Στο έργο συνδυάζει το πραγματικό με το φανταστικό γι’ αυτό έχει χαρακτηριστεί ως ο «Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες της Αλβανίας».