Πάνος Αμυράς – Η Λέσχη του Κακού

0
191

 

 

Νίκος Αγραφιώτης, ένας ντετέκτιβ  με αρχές

 

ΚΕΡΔΙΣΤΕ ΔΩΡΕΑΝ ΑΝΤΙΤΥΠΑ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ

 Από την πρώτη στιγμή που ο υπαστυνόμος Νίκος Αγραφιώτης εμφανίστηκε στις λογοτεχνικές σελίδες, ένα ήταν προφανές: είχε έρθει για να μείνει.

Ο «πατέρας» και δημιουργός του Πάνος Αμυράς   είχε φροντίσει να τον «προικίσει» με όλα εκείνα τα ειδικά χαρακτηριστικά που κάνουν έναν ντετέκτιβ αγαπητό στο κοινό και του εξασφαλίζουν τη μυθιστορηματική μακροζωία.

Γράφει η  Ελπίδα Πασαμιχάλη

Ο Νίκος Αγραφιώτης είναι μορφωμένος, μιλά άπταιστα γερμανικά, έχει κάνει μεταπτυχιακές σπουδές στην Εγκληματολογική Υπηρεσία του Πανεπιστημίου της Χαϊδελβέργης, είναι θαρραλέος έξυπνος και στο βάθος ρομαντικός. Την ίδια στιγμή είναι αντισυμβατικός, μερικές φορές περιθωριακός, είναι προστάτης των αδυνάτων, καπνιστής και γερός πότης και φυσικά θαυμαστής του ωραίου φύλου. Εξ αιτίας αυτών ακριβώς των προσόντων και χαρακτηριστικών του παρατηρεί με κριτική διάθεση όλα όσα συμβαίνουν στο σώμα της αστυνομίας εκείνες τις δύσβατες εποχές.

Mιλάμε για τα σκοτεινά χρόνια της γερμανικής Κατοχής και αργότερα του Εμφυλίου, όπου οι Έλληνες χωρίστηκαν στα δυο και στο αστυνομικό σώμα βρήκαν τρόπο να εισχωρήσουν παράνομα και κακοποιά στοιχεία που αυθαιρετούσαν με βαρβαρότητα εις βάρος των πολιτών.

Ο Νίκος Αγραφιώτης τα παρατηρεί όλα αυτά και παίρνει τις αποστάσεις του.

 Πρόκειται για την τραγική και κομβική περίοδο στη διάρκεια της οποίας ξεδιπλώνονται τα τρία προηγούμενα βιβλία του Πάνου Αμυρά,  «Ο λιμός»,  «Τα λύτρα»   και «Το φιλί του Δεκέμβρη». Βιβλία που ξεχώρισαν, βιβλία που αγαπήσαμε και βιβλία που μας γνώρισαν τον Νίκο Αγραφιώτη.

Πρωθυπουργός ο Μεταξάς και μια ψευδαίσθηση ειρήνης

Με το τέταρτο βιβλίο του «Η Λέσχη του Κακού», ο καταξιωμένος δημοσιογράφος και συγγραφέας, μας «παρασύρει» σε ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον φλας μπακ, σε μια κρίσιμη περίοδο που λίγοι μυθιστοριογράφοι έχουν περιλάβει στη θεματολογία τους.

Μας πηγαίνει στην εποχή πριν ακόμη κηρυχθεί ο πόλεμος εναντίον της Ελλάδας από τους Ιταλούς, πριν ακόμη η γερμανική σβάστικα αρχίσει να πνίγει την Ευρώπη. Οι σειρήνες του πολέμου έχουν αρχίσει να ηχούν και οι αντίπαλοι ακονίζουν τα νύχια τους, όμως στην Ελλάδα υπάρχει ακόμα ειρήνη και στο τιμόνι, ως πρωθυπουργός βρίσκεται ο δικτάτορας Ιωάννης Μεταξάς.

Η υπόθεση εκτυλίσσεται το καλοκαίρι του 1939 λίγες μέρες πριν τον πανηγυρικό εορτασμό της 4ης Αυγούστου στο Παναθηναϊκό Στάδιο. Την περίοδο αυτή ο Νίκος Αγραφιώτης βρίσκεται στο ξεκίνημα της καριέρας του. Μόλις έχει επιστρέψει στην Αθήνα από τις σπουδές του και διαπιστώνει ότι στην υπηρεσία «τα καλά πόστα είχαν καπαρωθεί όχι κατ’ ανάγκην από τους καλύτερους, αλλά και από αυτούς που βρίσκονταν εγγύτερα στη νέα ηγεσία της Αστυνομίας Πόλεων» όπως σημειώνει με νόημα ο Πάνος Αμυράς.   Και στην αστυνομία το «αφεντικό», όπως τον έλεγαν εκείνη την εποχή στο σώμα, και υφυπουργός Δημόσιας Ασφάλειας ήταν ο περιβόητος Κωνσταντίνος Μανιαδάκης. Ο άνθρωπος που κάθε διαταγή του ήταν άμεσα εκτελεστή από όλους τους ενστόλους.

Δηλώσεις μετάνοιας και μια δολοφονία

Καθώς λοιπόν «τα καλά πόστα» έχουν ήδη διανεμηθεί  στους φίλους του καθεστώτος, ο Νίκος Αγραφιώτης τοποθετείται στο ΙΗ’ αστυνομικό Τμήμα των Σφαγείων, σε δουλειά γραφείου. Όπου «δουλειά γραφείου» εκείνη την εποχή, σημαίνει να παραλαμβάνει από επαρχιακά αστυνομικά τμήματα δηλώσεις μετάνοιας αντιφρονούντων, δηλαδή κομμουνιστών. Ένα πρώτο «σινιάλο» ότι ο χωρισμός των πολιτών σε δύο κατηγορίες έχει ήδη ξεκινήσει.

Από τη ρουτίνα του γραφείου και τη μουχλιασμένη μυρωδιά υπογείου στα Σφαγεία έρχεται να τον βγάλει μια μυστηριώδης δολοφονία, η οποία όπως θα αποδειχθεί έχει πολλές απολήξεις σε ένα τμήμα της καλής κοινωνίας των Αθηνών και στο δυσώδες της παρασκήνιο.

Βρισκόμαστε σε μια εποχή που ο αξιακός της κώδικας είναι το “Business as usual”, κάτι μας θυμίζει αυτό, και στο βωμό του κέρδους και του χρήματος θυσιάζονται τα πάντα.  Και η Πατρίδα και η Θρησκεία και η Οικογένεια.

Ένας πυγμάχος και φέρελπις Ολυμπιονίκης, ο Κώστας Κρίσπης, βρίσκεται δολοφονημένος σε μια ερημική ακτή του Φαλήρου. Η δολοφονία αυτή, η εξιχνίαση της οποίας ανατίθεται στον Νίκο Αγραφιώτη, ξετυλίγει το κουβάρι που οδηγεί στους κόλπους της καλής κοινωνίας της εποχής, στην κοσμική Αθήνα και σε όσους απολαμβάνουν της εύνοιας του καθεστώτος είτε για να βρεθούν σε διευθυντικές θέσεις κλειδιά, είτε για να στήσουν κερδοφόρες επιχειρήσεις.

 Η κοσμική Αθήνα οι γερές μπίζνες και το δημόσιο χρέος

Η έρευνα τον οδηγεί σε έναν από τους πιο γνωστούς επιχειρηματίες της «νέας τάξης πραγμάτων». Είναι ο Θωμάς Χατζηλάμπρου εισαγωγές – εξαγωγές. Ο Χατζηλάμπρου «κάνει γερές μπίζνες στην Ευρώπη» αλλά κυρίως ειδικεύεται στο κλήρινγκ. Πρόκειται για μια μέθοδο συμψηφισμού εμπορικών συναλλαγών, χωρίς να μεσολαβούν χρήματα.

Με μακρά και έγκριτη θητεία στο οικονομικό ρεπορτάζ ο Πάνος Αμυράς  αποκαλύπτει τους υπόγειους τρόπους με τους οποίους η ναζιστική Γερμανία προσπάθησε και πέτυχε να επεκταθεί και να κυριαρχήσει οικονομικά σε όλη την Ευρώπη, εμβολίζοντας τις συμφωνίες που είχαν συνάψει οι Βρετανοί.

Με τη στήριξη του καθεστώτος Μεταξά, ο Χατζηλάμπρου γίνεται ο «άνθρωπός τους», πουλώντας καπνά και εισάγοντας μηχανολογικό εξοπλισμό. Εμπορικές συμφωνίες που, όπως θα περίμενε κανείς, φέρνουν την Ελλάδα σε θέση οφειλέτη, δηλαδή χρεωμένη.

Όπως μαθαίνει ο Αγραφιώτης εμβρόντητος, από έναν παλιό του συμμαθητή που έχει πάρει μετάταξη στην Υπηρεσία Προστασίας Νομίσματος,   η Ελλάδα και η Γερμανία είχαν έρθει σε συμφωνία ότι η Ελλάδα χρωστούσε περίπου ενενήντα πέντε εκατομμύρια μάρκα στο Ράιχ.

Και η πηγή των πληροφοριών του προσθέτει:

«Άκου Νίκο κάτι που θα σε κάνει να ανησυχήσεις περισσότερο. Η βασική επιδίωξη του Βερολίνου μέσα από το κλήρινγκ είναι να εγκλωβιστεί η Ελλάδα διπλά. Από τη μια μεριά να κατευθύνουμε τα αγροτικά μας προϊόντα στη Γερμανία με υποτιμολογήσεις αυτή τη φορά ώστε να πληρώνουν λιγότερα, και από την άλλη να εξάγουν στην Ελλάδα τα βιομηχανικά τους προϊόντα ώστε να σπάσουν τις σχέσεις που έχουμε με τους παραδοσιακούς εταίρους, όπως οι Άγγλοι και οι Γάλλοι». (σελ.107) 

Και ένα από τα βασικά προϊόντα τεχνολογικού εξοπλισμού την εποχή εκείνη είναι βεβαίως οι τηλεφωνικές συσκευές! Δεν είναι λοιπόν τυχαίοι που ο Χατζηλάμπρου έχει στενές κοινωνικές σχέσεις με τον Ηλία Δραγάτση ανώτατο στέλεχος  της Τηλεφωνικής Εταιρείας και την γοητευτική σύζυγό του Θάλεια, φημισμένη για την κομψότητά της στους κοσμικούς κύκλους της Αθήνας.

Μια ντιβα της τζαζ και φαλαγγίτες στο Ζούμπερι

Σε αυτή τη λαμπερή παρέα της αθηναϊκής ελίτ, με τις πολυτελείς επαύλεις και τις πολυσυζητημένες νυχτερινές εξόδους σε κοσμικά μαγαζιά, έρχεται να προστεθεί και μια πολύ γοητευτική γυναίκα. Πρόκειται για μια ντίβα της τζαζ, μια καλλιτέχνιδα που λέγεται Μίρα, η οποία είχε στενή προσωπική φιλία με τον δολοφονημένο πυγμάχο. Η γνωριμία της με τον Νίκο Αγραφιώτη θα εισβάλει σαν ηλιαχτίδα στη ζωή και των δύο σε σκοτεινούς καιρούς και θα παίξει σημαντικό ρόλο στην εξιχνίαση της δολοφονίας του Κρίσπη.

Ερευνώντας την μυστηριώδη αυτή υπόθεση ο Νίκος Αγραφιώτης θα βρεθεί σε μεγάλα σαλόνια, αλλά και σε φτωχόσπιτα, σε κοσμικά μαγαζιά αλλά και σε ύποπτα καταγώγια. Θα πάρει μέρος σε συναντήσεις «κυρίων», με μεγαλοεπιχειρηματίες, πρέσβεις και πανεπιστημιακούς υπέρμαχους του καθεστώτος αλλά και του Ράιχ. Θα παρακολουθήσει στο Ζούμπερι μια σύναξη των φαλαγγιτών, της οργανωμένης νεολαίας του Μεταξά και θα ακούσει ανέκφραστος τον Κωνσταντίνο Μανιαδάκη να εκφωνεί πύρινο λόγο στους νεαρούς κατασκηνωτές, εκθειάζοντας την 4η Αυγούστου. «Το 1931, ο Ιωάννης Μεταξάς βλέποντας τον εκπεσμό του τόπου και τα ηθικά συντρίμματα, είχε πει ότι ο τόπος θα σωθεί μόνο όταν η ελληνική νεότης αρπάξει στα χέρια της το εθνικό ιδεώδες. Και με χαρά βλέπω ότι εσείς αναστηλώνετε τις εθνικές μας αξίες, που είναι ο Βασιλεύες, η Πατρίς, η Θρησκεία και η Οικογένεια. Η 4η Αυγούστου και η Εθνική Νεολαία είναι οι θεματοφύλακες των εθνικών τούτων αξιών».

Θανάσης Τσουγκανέας – Μια φορά ενωμοτάρχης για πάντα χωροφύλακας….

Ευφυής αλλά και καθοριστική πινελιά του Πάνου Αμυρά στη «Λέσχη του Κακού» είναι η σταθερή παρουσία στο πλευρό του ευγενούς και μορφωμένου Αγραφιώτη, ενός άλλου αστυνομικού, με τον οποίο -αλίμονο!- έχουν και τον ίδιο βαθμό! Είναι ο άξεστος, αμόρφωτος και απλοϊκός υπαστυνόμος Β’ Θανάσης Τσουγκανέας, με τον οποίο ο Αγραφιώτης χωρίζεται με …πολιτιστική άβυσσο και αμοιβαία αντιπάθεια!

Ο Αγραφιώτης τον αποκαλεί υποτιμητικά «ενωμοτάρχη», και «καραβανά» διότι ο Τσουγκανέας δεν πέρασε από τη Σχολή Υπαστυνόμων «ούτε απέξω» αλλά από την Χωροφυλακή που βρισκόταν ως ενωμοτάρχης «και πολύ του έπεφτε», βρήκε την ευκαιρία να διοριστεί στην Αστυνομία Πόλεων ως υπαρχιφύλακας και στη συνέχεια επειδή «πάντα κατάφερνε να μυρίζεται τους ανθρώπους που βρίσκονταν κοντά στην εξουσία» να γίνει υπαστυνόμος Β’ δηλαδή ίδιο βαθμό με τον Αγραφιώτη, που καμαρώνει γιατί ολοκλήρωσε την εκπαίδευσή του με εξετάσεις στους Βρετανούς καθηγητές της Σκότλαντ Γιαρντ!

Ψηλός, πληθωρικός και ανοικονόμητος ο Θανάσης Τσουγκανέας θα γίνει, κατ’ εντολή της διοίκησης,  η σκιά και ο εφιάλτης του Αγραφιώτη, που αναγκάζεται να ανέχεται τα χοντροκομμένα του χωρατά και να συμμαζεύει τις γκάφες του, σε όλη τη διάρκεια της έρευνας για τη δολοφονία του πυγμάχου. Ο Τσουγκανέας είναι το αντίπαλον δέος του Αγραφιώτη.

Ο Θανάσης Τσουγκανέας είναι η άλλη πλευρά της Αστυνομίας Πόλεων. Μια πλευρά που ο Πάνος Αμυράς  δεν αγνοεί, ούτε αντιπαρέρχεται, αντιθέτως με έξυπνο και ευρηματικό τρόπο την αναδεικνύει. Ο Αγραφιώτης με βοηθό τον Τσουγκανέα συνθέτουν ένα συναρπαστικό αστυνομικό δίδυμο, που παραπέμπει σε κλασσικά έργα του αστυνομικού μυθιστορήματος και κλασσικές αστυνομικές ταινίες.  

Στη «Λέσχη του Κακού» ο Πάνος Αμυράς  σκιαγραφεί την εποχή της «απειλητικής  ειρήνης»  στο κατώφλι του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Μια εποχή όπου η απληστία, ο ελιτισμός και η κερδοσκοπία, ανέτρεψαν τις κοινωνικές ισορροπίες και έκαναν κυρίαρχο ρεύμα τις ακραίες φωνές και τον φανατισμό.

Για εμάς τους μεταγενέστερους που γνωρίζουμε τον όλεθρο του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου είναι μια εποχή τρομακτική. Σε αυτή όμως την τρομακτική εποχή ο Πάνος Αμυράς σκιαγραφεί τον κεντρικό του ήρωα τον Νίκο Αγραφιώτη, ως τον άνθρωπο που κατορθώνει μέσα από αντίξοες και εχθρικές συνθήκες να διατηρεί την ακεραιότητα του χαρακτήρα του και να μην προδίδει τις αρχές του.

 

 

INFO

Η λέσχη του  κακού

Πάνος Αμυράς

Εκδόσεις Διόπτρα

Σελ. 400, Τιμή € 16,60

 

 

 

 

 

 

 

 

ΒΙΟ

Ο Πάνος Αμυράς γεννήθηκε στην Αθήνα το 1966 και μεγάλωσε στη Θεσσαλονίκη. Σπούδασε Οικονομικές Επιστήμες στην ΑΣΟΕΕ αλλά γρήγορα στράφηκε στη δημοσιογραφία. Ξεκίνησε την καριέρα του από την οικονομική εφημερίδα Εξπρές. Το 1994 εντάχθηκε στο δημοσιογραφικό δυναμικό του Ελεύθερου Τύπου, ενώ από το 2011 έχει αναλάβει τη διεύθυνση της εφημερίδας. Έχει εργαστεί στο ραδιόφωνο της ΕΡΑ (Α΄ Πρόγραμμα) και στον ραδιοφωνικό σταθμό City FM. Είναι παντρεμένος και πατέρας δύο παιδιών. (ΠΗΓΗ: biblionet.gr)

 

ΠΩΣ ΘΑ ΚΕΡΔΙΣΕΤΕ ΔΩΡΕΑΝ ΕΝΑ ΑΝΤΙΤΥΠΟ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ

 Η Λέσχη του Κακού, Πάνος Αμυράς, Εκδόσεις Διόπτρα

 

ΕΔΩ Συμπληρώστε τη Φόρμα Συμμετοχής  

 

Διαβάστε τους όρους συμμετοχής

  • Συμπληρώστε τη Φόρμα Συμμετοχής.
  • Αν είστε κάτοικος εκτός Αττικής, γράψτε και την ταχυδρομική σας διεύθυνση για να σας σταλεί και ένα κινητό τηλέφωνο επικοινωνίας.
  • Οι νικητές που είναι κάτοικοι Αττικής παραλαμβάνουν από το βιβλιοπωλείο των Εκδόσεων Διόπτρα, Σόλωνος 93-95, τηλ. 210 3300774 εντός ενός μήνα από την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων του διαγωνισμού. Ώρες λειτουργίας: Δευτέρα και Τετάρτη: 9:00-15:00, Τρίτη, Πέμπτη και Παρασκευή: 9:00-17:00, Σάββατο: 9:00-15:00
  • Οι κάτοικοι της περιφέρειαςπαραλαμβάνουν απευθείας μέσω courier και για την αποστολή πρέπει να περιλαμβάνεται στα στοιχεία τους απαραιτήτως ΤΚ και ένα τηλέφωνο επικοινωνίαςΑν το δώρο δεν παραλειφθεί και επιστραφεί, η αποστολή δεν επαναλαμβάνεται.
  • Δύοτυχεροί θα πάρουν από ένα αντίτυπο του βιβλίου.
  • Δεν μπορεί να γίνει αποστολή στο εξωτερικό.
  • Παρακαλούμε να συμπληρώνετε τα στοιχεία σας (όνομα –διεύθυνση) με ελληνικούς χαρακτήρες  για να αποφεύγονται τα λάθη.
  • Μετά τη λήξη του διαγωνισμού τα ονόματα των νικητών θα αναρτηθούν στο Book Bar.

Καλή Τύχη!!!